- Τάφοις
- Τάφοςfuneral-ritesfem dat pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
τάφοις — τάφος 1 funeral rites masc dat pl τέθηπα to be astonished aor opt act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
AEGYPTIACA — I. AEGYPTIACA Πεττεία, longe operosior et ingeniosior Palamediacâ, una cum hac Graecis in usu fuit. Haec enim solis quinque calculis, quos πεςςοὺς Graeci dicunt, ab utraque ludentium parte tractabatur, absque tesseris: illa vero tota Philosophice … Hofmann J. Lexicon universale
κονιώ — (Α κονιῶ, άω) [κονία] επιχρίω με ασβέστη ή με άλλο υλικό (α. «τὰς ἐπάλξεις ἃς κονιῶμεν, καὶ τὰς ὁδοὺς ἐπισκευάζομεν», Δημοσθ.)·β. «τάφοις, κεκονιαμένοις», ΚΔ) αρχ. μτφ. κάνω κάτι διαφορετικό χρωματίζοντάς το … Dictionary of Greek
παρομοιάζω — ΝΜΑ και διαλ. τ. παραμοιάζω Ν [ομοιάζω] μοιάζω με κάποιον ή με κάτι, είμαι ή φαίνομαι όμοιος, παρόμοιος με κάποιον («παρομοιάζετε τάφοις κεκονιασμένοις», ΚΔ) νεοελλ. (μτβ.) κάνω λάθος στην αναγνώριση κάποιου, τόν θεωρώ ως άλλον εξαιτίας τής… … Dictionary of Greek
προσοδύρομαι — Α (αποθ.) θρηνώ κοντά («καὶ προσοδυρόμενοι τάφοις νεκρῶν», ΠΔ) … Dictionary of Greek